Το πώς στήθηκε η επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Ίπαλλος» που οδήγησε στην εξάρθρωση κυκλώματος κοκαΐνης και στη σύλληψη του επονομαζόμενου ως «Έλληνα Εσκομπάρ», εξήγησε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και η ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. σε συνέντευξη Τύπου.

O υπουργός Προστασίας του Πολίτη έκανε λόγο για μία «πολεμική επιχείρηση απέναντι στους επαγγελματίες διακινητές ναρκωτικών και κατάφεραν να πάρουν στα χέρια τους από τους ναρκέμπορους πολλούς τόνους ναρκωτικών που προορίζονταν για την Ευρώπη και θα σκορπούσαν για ακόμα μία φορά δηλητήριο στους νέους ανθρώπους».

«Είναι μία πάρα πολύ σημαντική επιτυχία που δείχνει πως ενωμένοι μπορούμε να έχουμε πάρα πολύ σημαντικά αποτελέσματα, τα οποία ωφελούν τις κοινωνίες, τους λαούς, τις χώρες», προσέθεσε.

Ο κ. Χρυσοχοΐδης υποσχέθηκε ότι θα συνεχιστεί ο «πόλεμος ενάντια στους εμπόρους ναρκωτικών, απέναντι στους εγκληματίες που μέσα από τα διεθνή κυκλώματα συγκροτούν ομάδες οι οποίες προβαίνουν σε αυτές τις παράνομες, ειδεχθείς, πράξεις και συμπεριφορές».

Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη συνεχάρη όσους συμμετείχαν στην τόσο «επιτυχημένη επιχείρηση» τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό και έκανε ιδιαίτερη αναφορά στον προϊστάμενο της υποδιεύθυνσης Ναρκωτικών τον Γιάννη Καρυδάκο.

Από την πλευρά του ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, υποστράτηγου Φώτης Ντουΐτσης παρουσίασε πως στήθηκε η επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Ίππαλος».

«Σήμερα παρουσιάζουμε τα αποτελέσματα μιας μεγάλης, πολυεπίπεδης, πολύμηνης και μεθοδικής έρευνας με την κωδική ονομασία «Ίππαλος», που οδήγησε στον τερματισμό της δράσης μιας διεθνικής εγκληματικής οργάνωσης, τα μέλη της οποίας, στην πλειοψηφία τους Έλληνες, δραστηριοποιούνταν στη θαλάσσια μεταφορά τόνων κοκαΐνης προς την Ευρώπη, μέσω αλιευτικών σκαφών που συνδέονταν με νομιμοφανείς εταιρικές δομές», ανέφερε αρχικά.

Όπως είπε ο κ. Ντουΐτσης, η υπόθεση εξελίχθηκε σε χρονικό βάθος τουλάχιστον από τον Οκτώβριο του 2024 και βασίστηκε σε συνδυασμό προανακριτικών ενεργειών, ανάλυσης ψηφιακών πειστηρίων και αξιοποίησης πληροφοριών, με σταθερή διασύνδεση και συνεργασία με ξένες Αρχές. Κρίσιμη υπήρξε η διεθνής επιχειρησιακή συνεργασία, καθώς η τελική φάση εκτυλίχθηκε σε υπεράκτιο θαλάσσιο χώρο από τις γαλλικές Αρχές.

Πώς ξεκίνησε η έρευνα
Η έρευνα ξεκίνησε μετά από αξιοποίηση στοιχείων που περιήλθαν από το Γραφείο DEA της Πρεσβείας των Η.Π.Α. στην Αθήνα και στη συνέχεια αναπτύχθηκε κλιμακωτά συνεργασία με τη Διεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών και Λαθρεμπορίου του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, το Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών, Όπλων και Λοιπών Ελεγχόμενων Προϊόντων της Επιχειρησιακής Διεύθυνσης Σ.Δ.Ο.Ε. Αττικής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τη Europol- EU Drugs Unit, τη FRONTEX, το Maritime Analysis and Operations Centre- Narcotics (MAOC-N) και το Πολεμικό Ναυτικό της Γαλλίας.

Πηγή: skai.gr